|
неразгруженный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неразгруженный? — ανεκφόρτωτος как с (ново)греческого переводится слово ανεκφόρτωτος? — неразгруженный — νιά — συμφωνικός — αρχύτερος — εξεικονίζομαι — επίθετο — αμμόμετρο — τιτανικός — λοκάουτ — ανομοιωτικά — ροδέλαιο — μαστορεία — χρειώδης — εντελώς — λιμναίος — ηγεμονίσκος — φυτοτεχνία — τοπωνυμικό — φαινόμενο θερμοκηπίου — ασκίσιος — κουζουλαίνω — ράβδισμα |
|||