|
золотистый, отливающий золотом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово золотистый? — χρυσολαμπής как на (ново)греческом будет слово отливающий золотом? — χρυσολαμπής как с (ново)греческого переводится слово χρυσολαμπής? — золотистый, отливающий золотом — μονογονία — σθεναρώς — σκληροπυρηνικά — ξενότροπος — εξοιδαίνομαι — προφυλακτήρας — παιγνιόχαρτο — σπαρτικός — αντι- — διαμιλλώμαι — χαστουκίζω — τοξότης — οπισθόβουλος — απέρχομαι — αριστερίζω — εκθρονίζομαι — γνωστοποιούμαι — ολίγο — μπακάλικος — λουκάνικο — εμπορικός |
|||