|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πριονίδι? — — αλάθευτος — προγραμματισμός — ξαπλωταριό — αθυρόστομος — υδραντλία — σινιόρα — αναλίσκω — μονόγαμος — εκκρίνω — παιζογελάω — υπερχρεώνω — παγανός — λατιφούντια — καρυοφύλλι — ανεπιεικής — απεναντίας — Γερμανίδα — καπριτσιόζος — ταγίζω — πρωτυτερινός — κουτουλιά |
|||