Новогреческий словарь
σώβρακο
σώβρακο
το
кальсоны
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кальсоны
? —
σώβρακο
как с
(ново)греческого
переводится слово
σώβρακο
? — кальсоны
#
(ново)греческий словарь
—
αμετανάστευτος
—
αμμόμετρο
—
αποσοβώ
—
ενδοκάρδιο
—
ανάστατος
—
βρισκούμαι
—
γρεναδιέρος
—
ποταμόψαρο
—
αβούλιαγος
—
υπερφυής
—
κυβερνητική
—
αυτοανακηρύσσομαι
—
αποσυγκέντρωση
—
δρυόξυλο
—
μεταχρωμάτιση
—
ράβω
—
άρχος
—
τρωγάλια
—
καταλογογραφώ
—
στραβοπατιέμαι
—
προωθω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,