Новогреческий словарь
λανθάνων
λανθάνων
мед.
латентный
;
~ουσα νόσος — скрытая болезнь
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
латентный
? —
λανθάνων
как с
(ново)греческого
переводится слово
λανθάνων
? — латентный
#
(ново)греческий словарь
—
μοίραρχος
—
Χριστουγεννιάτης
—
υίόθετος
—
ανακριτής
—
τελεία
—
μεταγλωττισμένος
—
περιστατικός
—
πρωτοπορεία
—
παρειά
—
απαντητικός
—
δεσποτικόν
—
γραφειοκράτις
—
αβούλιαγος
—
ασπρόξυλο
—
τραπεζομάνδηλον
—
κολποκήλη
—
ολέτης
—
κερατίνη
—
εκκοιλαίνω
—
μαρξιστής
—
Πολέμαρχος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве