|
переплетать книги #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово переплетать книги? — βιβλιοδετώ как с (ново)греческого переводится слово βιβλιοδετώ? — переплетать книги — γλινό — βυθός — γαλήνιος — περιδεής — επιπλοποιός — συνωμότις — αντικνήμιο — μαργαριταρόρριζα — ανεπικερδής — συγκόλλημα — ανασφαγή — δουλόφρων — φάτσα — σπαρτιάτικος — χαρτοφύλακας — ανεκφόρτωτος — συρταριέρα — ταυτίζομαι — καταπληξία — αβάρετος — ηλεκτρολυτικός |
|||