|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξεκαλοκαιριάζω? — — χωριουδάκι — υπερμοιρία — κοσμηματοπωλείο — αιγυπτιώτικος — συνεταιρικά — οριακά — χρηματοδότης — νωθρά — μινύρισμα — κρέας — κλεψιμαίος — άφιλος — ενσταντανέ — εντροπαλότητα — χιάζω — θεόμορφος — ροκέττα — πήγα — ποντικάκι — γούνα — μασκάρεμα |
|||