ξεκαλοκαιριάζω

формы словаβ
ξεκαλοκαιριάζω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ξεκαλοκαιριάζω? —


χωριουδάκιυπερμοιρίακοσμηματοπωλείοαιγυπτιώτικοςσυνεταιρικάοριακάχρηματοδότηςνωθράμινύρισμακρέαςκλεψιμαίοςάφιλοςενσταντανέεντροπαλότηταχιάζωθεόμορφοςροκέτταπήγαποντικάκιγούναμασκάρεμα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit