Новогреческий словарь
ατιμωτικά
ατιμωτικά
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ατιμωτικά
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ολοφάνερα
—
έκθετος
—
Δημήτρης
—
οργιλότητα
—
ατράβηκτος
—
σόττο
—
αγνωμος
—
αξιοθαύμαστος
—
λαϊκή
—
ασυντήρητος
—
υδροδοτικός
—
παρανοϊκός
—
κυανίτης
—
καθετηριασμός
—
ξαρμυρίζω
—
ξεμποτσάρω
—
ελλαδικός
—
πρασόφυλλο
—
γερμανισμός
—
μαλτόζη
—
γλυκερινικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,