|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μασκέ? — — παίχτης — αναγουλιασμένος — αποξέχασμός — νομισματολογικώς — κέλευσμα — νιαουρίζω — ακλάρωτος — αρβανιτόπουλο — σταμάτισμα — ιστιόπανον — απερήφανος — αρχικουμούνι — προϋποθέτω — μεταδόσιμος — χαραξιά — μανιακός — αντικρύζω — κολύβριο — σεπτός — αποτεφρωτήρας — μεταβαπτίζω |
|||