|
камфорный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово камфорный? — καμφορικός как с (ново)греческого переводится слово καμφορικός? — камфорный — εγκαρδιώνω — καρύϊνος — γαλαζόμαυρος — αμερίστως — ηλιόκαυστο — επιπόλαιος — κονγκρέσσο — αγγελοσκιάζομαι — αμίαντο — επικοινωνιακός — σελίδα — καμπή — χοντρόμαλλο — ωρύομαι — καταδικός — αντικαθίσταμαι — μοιρολογήτρα — πρεζάρισμα — Ψηλορείτης — ακορφολόγητος — ακολασταίνω |
|||