|
(-όνος) η бородавка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бородавка? — ακροχορδών как с (ново)греческого переводится слово ακροχορδών? — бородавка — ερινεός — κώχιασμα — αντάξιος — απορροφήσιμος — φιλόπρωτος — όναρ — υπομίσθιος — σταλάσσω — πίτυρο — ακοστάρισμα — τρελέγκω — διαφανοσκόπία — επικείμενος — σκούτερ — ψυχαναλυτικός — καστορέλαιο — κονιορτός — οξύμωρο — ραχατλής — μοσχάτος — επίλεπτος |
|||