|
непросеянный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово непросеянный? — ακρισάριστος как с (ново)греческого переводится слово ακρισάριστος? — непросеянный — αγαργάλιστος — νομισματολόγος — ξερόμαντρα — αμυδρά — ψένω — αναμερισμένος — διαβολέας — ρινόφωνος — οξογόνο — φούσκωμα — εμπειριοκρατία — έφηβη — πανωφόρι — κράσις — αναγκαιότητα — χαρτοβιβλιοπώλης — τέρπω — καταφανώς — ψύχρανση — ραπάνι — αχυρόπλεκτος |
|||