|
το помощь, поддержка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово помощь? — αγιούτο как на (ново)греческом будет слово поддержка? — αγιούτο как с (ново)греческого переводится слово αγιούτο? — помощь, поддержка — επαγγελματικότητα — μεταλλογραφικός — ξεμώρατος — σερίφης — κυδωνέα — εγκλείστρα — μυοθήρας — αυτενεργός — επικρίνομαι — αναγνωστικός — δερματάς — εννοια — σχοινοβατώ — έναρθρος — υπομονετικότητα — γούνναρης — ψώλα — συνομιλητής — φαντασιοπληξία — γλυκόηχος — εισδοχή |
|||