|
η зелёный цвет #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово зелёный цвет? — πρασινίλα как с (ново)греческого переводится слово πρασινίλα? — зелёный цвет — τριάρα — άψευτος — απροθυμοποίητος — πέτρωμα — ανάπαρτος — μπασκετμπολίστρια — ξύλιασμα — ιστός — φύτευμα — κατοικιό — αλυπία — μπατανία — κοντραμπάντο — αποστάξιμος — πολεμοχαρής — επίσημοι — μπογιατζίδικο — αναιμικός — παρακολουθώ — αντιχαριστικός — διάσιμο |
|||