Новогреческий словарь
εγγαστρίμυθος
εγγαστρίμυθ|ος
1.
чревовещающий
;
2. (о)
чревовещатель
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
чревовещающий
? —
εγγαστρίμυθος
как на
(ново)греческом
будет слово
чревовещатель
? —
εγγαστρίμυθος
как с
(ново)греческого
переводится слово
εγγαστρίμυθος
? — чревовещающий, чревовещатель
#
(ново)греческий словарь
—
λεονταρής
—
οδηγία
—
τονώνω
—
εγχειρητικός
—
μετριοπάθεια
—
διατριβογράφος
—
κρομμυδόζουμο
—
παραμυθένιος
—
έγνοια
—
αλαφιασμένος
—
λιπαντικά
—
ιλύς
—
σκληραγωγώ
—
κάλλος
—
κακόσαρκος
—
αποστρατεία
—
νοστιμούτσικος
—
τρεμούλα
—
ξεκουμπίζομαι
—
αυγουλιέρα
—
θηρευτικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,