|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово διευκρινιστικός? — — ακουρασιά — δημαρχίνα — φαλάφελ — τσιρίσι — εκκαμινευτής — καυλός — παραλόγιασμα — τραβηγμένος — ύπτιος — πλάτωμα — πυριφλεγής — πιτύργιασμα — κουτρώ — ανέγνωρος — επτάκις — αντικαταβάλλω — τοσοσδά — δίκορμος — γερόντισσα — μαστροπεία — αμυγδαλόπαστα |
|||