|
η карт. шулер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шулер? — χαρτοκλέφτρα как с (ново)греческого переводится слово χαρτοκλέφτρα? — шулер — βλασταρώνω — αποθεράπευση — ζυμωσιογόνος — ξανακύλισμα — ψίλωση — ειρηνοδίκης — ανεύφλεκτος — ακαθυστέρητος — απλήρωτος — βροντοβόλημα — φιδάκι — ορνιθοκλέπτης — καλοπιστία — στεγνός — μερικό — ρακοσυλλέκτης — διασκεδάζω — καλοκάρδισμα — θεοδικία — πατητός — μαγνητικός |
|||