|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово άδωρος? — — αντιπλοίαρχος — εξαγνιστικός — ποθούμενο — αρνοτόμαρο — τσάρεβιτς — ομόγνωμος — υπόθετο — άτλας — ταχυδρομικός — οποθενδήποτε — παροιμιώδης — ύπνος — απόλιγο — σκανδάλη — αμυγδαλόπαστα — σκατιά — ανδραδέλφη — διαολίζω — μηδέποτε — πλησιέστερος — συνημμένο |
|||