Новогреческий словарь
συγχρονικός
συγχρονικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συγχρονικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
δείλινίζω
—
ασκανδάλιστος
—
πόσιμος
—
γέλως
—
γαϊτανωτός
—
μαλλομπάμπακος
—
μούργος
—
θαλασσοκρατία
—
αναγνωστικός
—
αρθρίτης
—
απείραστος
—
κολίβριο
—
στεατοκήλη
—
αλατιέρα
—
πανηγυρικά
—
ορολόγος
—
χριστιανικός
—
τετράπρακτος
—
φυτάδι
—
ξούρας
—
εξαϋλώνω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве