Новогреческий словарь
βαρούμενη
βαρούμενη
η
беременная
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
беременная
? —
βαρούμενη
как с
(ново)греческого
переводится слово
βαρούμενη
? — беременная
#
(ново)греческий словарь
—
μεταςουργείο
—
διακοινώνω
—
ανακρυστάλλωση
—
προφήτις
—
κρημνίζομαι
—
χαλικοστρώνω
—
κερδοσκόπος
—
μπλου
—
αποθαλασσώνομαι
—
πελεκισμός
—
ανθρωπίζω
—
εγνώσθην
—
κυλιούμαι
—
Κύπριος
—
βάφτισμα
—
άφταστος
—
κομπαστής
—
συκαλάς
—
βαρίτης
—
κρετινισμός
—
τρούπα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве