Новогреческий словарь
ισόθερμος
ισόθερμ|ος
изотермический
;
~οι καμπύλαι — геогр. изотермы
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
изотермический
? —
ισόθερμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ισόθερμος
? — изотермический
#
(ново)греческий словарь
—
τεχνοτροπία
—
καταρράχτης
—
φραντζέζικα
—
καλοδουλεμένος
—
νταραβερίζομαι
—
λησμονώ
—
συνειρμισμός
—
χάση
—
ζορίζομαι
—
κοντοστούπης
—
πυκνοκατοικούμαι
—
μαροκινός
—
καβουρόψυχα
—
πλειοψηφούσα
—
βρωμισιά
—
κλεψιμαίκος
—
τσουκάλι
—
φλογοβόλο
—
μελαγχολικός
—
ταξιδεύτρια
—
διασφαλίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,