Новогреческий словарь
σκαλτσάτος
σκαλτσάτ|ος
мохноногий
(о животных, птиц)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
мохноногий
? —
σκαλτσάτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
σκαλτσάτος
? — мохноногий
#
(ново)греческий словарь
—
βεργασούρα
—
παραλογώ
—
σόττο
—
Βουλγάρα
—
εξηγώ
—
δοθιήν
—
λιακάδα
—
αυλακώνω
—
σμαρίδα
—
καταμηνύω
—
στηθοκοπιέμαι
—
πεντηκονταπλάσιος
—
ακριδοκτόνος
—
μέτρια
—
εξακοσιόδραχμος
—
τιθασσεύω
—
συνδυάζομαι
—
δορυκτησία
—
διευκόλυνση
—
μπεμόλ
—
μορφογένεση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве