|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τρελοκατάσταση? — — πενηνταριά — ανακαθίζω — σπορικό — τραγήσιος — διαγώνιος — σκιερός — αυτοχειριάζομαι — μικρόδους — παστερίζω — ορύσσω — λιβαδερό — άρμα — διαγουμάω — κοκκίασις — αποστρατεύω — φυσητήρας — έθνος — σταχιάζω — ατύλιγος — επιγραφολογία — σπειρωτός |
|||