|
η муз. октет (произведение для голоса) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово октет? — οκταφωνία как с (ново)греческого переводится слово οκταφωνία? — октет — αναγινώσκω — δικαιοπάροχος — ευεκτώ — απρόοπτος — ανάκραοη — εφημεριδογραφία — συγχώνευση — αξεγύμνωτος — αυγοπόλεμος — σιταρόσπορος — αργότερα — εξήλθον — πολυανθρωπία — φράγμα — μεταλλουργική — διαστραμμένος — συνθετικό — κοντυλένιος — ύπαρχος — δασοφυτεία — αποπυρηνικοποιώ |
|||