|
η горничная (на судне) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово горничная? — καμαρότα как с (ново)греческого переводится слово καμαρότα? — горничная — ράτσα — ξεσβερκώνομαι — οραματιστής — δικέφαλος — απένταρος — γρίλλωμα — χορευταριά — επιπήγνομαι — εφόρμηση — αναπτύσσομαι — αβαράρω — συναιτιότητα — κουφός — ψαμμίαση — πλατυμέτωπος — οι — πεδίκλωμα — απεισμάτωτος — παλιόβλαχος — βόρεια — αστράτευτος |
|||