|
лопаться (о шине) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лопаться? — κλατάρω как с (ново)греческого переводится слово κλατάρω? — лопаться — αρράβδιστος — πάρτι — υδροκλιματολογία — ξετυλίγομαι — κουράδας — σταυρός — τάττω — ακυρώνω — παιδομορφισμός — πολτός — χορεύτρια — ξεβασκαμένος — προσκόμιση — αψύλλιστος — κακόγρια — κελαϊδάω — συνταρακτικά — προφύλαγμα — τσιγγρίζω — ντροπιάζω — βιβλιοδεσία |
|||