|
(-ίδος) η резец (скульптора) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово резец? — γλαρίς как с (ново)греческого переводится слово γλαρίς? — резец — κάλπης — ξυλόδεμα — υάκινθος — νεκροσυλία — αδικο — βιολετής — ολπίδα — διαβάθμιση — πρασόρυζο — επίνοσος — αμβλωτικός — πειρακτήριο — θριγκός — ατζέμ-πιλάφι — ερίζω — κουρτάλημα — εγγλεζοφέρνω — έκτυπος — αλοπεριδόλη — οινογεύστης — χημεία |
|||