|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανοικοδομικός? — — κατάτμηση — ξεδιψω — μοντερνίστρια — αδίπλιαστος — προσηλώνω — δεκαπενθημερία — ενδοτικότητα — ακοορος — μαχαιροβγάλτης — εμπεδώνω — ποιητικότητα — οραματίζομαι — ερωτηματολογικός — βρεφοζυγός — ανάκτορο — λιθοδόμημα — διασημαίνω — αλλοσε — εμπνευματώ — δυσπαρατήρητος — δικαιολόγημα |
|||