|
перевести дух, отдышаться #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово перевести дух? — ξελαχανιάζω как на (ново)греческом будет слово отдышаться? — ξελαχανιάζω как с (ново)греческого переводится слово ξελαχανιάζω? — перевести дух, отдышаться — ακεραιότητα — ψαράς — ξερνοβολώ — διαμέρισμα — ψηφάω — θυμαριά — μαλακόφατσα — χωνευτόν — επιναυπηγός — υβριστικό — φαντός — σάνδαλον — εκτίμηση — καλοθελητής — άρμενο — ροχθώ — τοιχοκολλητής — αμαξουργός — εκγυμνάζω — αντιμιλιά — σωματεμπόριο |
|||