|
το мозаика #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово мозаика? — μωσαϊκό как с (ново)греческого переводится слово μωσαϊκό? — мозаика — αγγελολογία — εφορευτικός — συναποκομίζω — σουρίζω — ενόψει — μαχμούρισσα — μπαχτσεβανικά — ντελικάτος — γαϊτανόφρυδο — μέγας — φλόγιστρο — κατρακυλώ — αρχιμηχανουργός — δαγγειόπληκτος — αναπαύομαι — γελάκι — στραβοκαταλαβαίνω — σκύπτω — ανάζερβος — μοδάτος — περιτειχίζω |
|||