|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βενζινοκινητήρας? — — αδέκαστος — φωτοτοπογράφηση — αλεπουδιά — ηωκαινικός — υπερθεματιστής — Βρεττανός — ελκυσμός — χοιροστάσιο — πτωχαλαζών — καλοκτίζω — χοντρέμπορος — σεμιγδαλένιος — βουβά — βίκα — ξεβουλλώνω — κουμπουριάζω — φιλώ — τριφασικός — βαθόμετρο — λιποβαρές — στομαχόπονος |
|||