|
заразный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово заразный? — μιασματικός как с (ново)греческого переводится слово μιασματικός? — заразный — αδιακήρυχτος — καπνό — σιωπηρότης — μικροεμπορευματική — προδόρπιον — αερότοπος — αφοπλιστικός — τιμούμαι — έθανον — κουμουδί — πορφυρόχρωμος — αραβική — φασίστρια — ξένο — φατνωτός — ξανθοπώγων — σμύρνα — βενζίνη — γαλακτοδοχείο — βρυός — γαλάζια |
|||