|
ο выплёвывание, отхаркивание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово выплёвывание? — αποφλεγμαχισμός как на (ново)греческом будет слово отхаркивание? — αποφλεγμαχισμός как с (ново)греческого переводится слово αποφλεγμαχισμός? — выплёвывание, отхаркивание — αποδοκιμασία — καρβουναποθήκη — ξυρίζω — πηγαδομούνα — ξεσαβουρώνω — ενδόπλασμα — ευκολομίλητος — εξονειδίζω — εξαίρω — χρονογραφία — λοχαγεύω — διαθλαστικός — πόταμος — δαίμονας — δουλοπάροικος — ρίγανη — ξεφαντωτής — δασύμαλλος — αιματοβάφω — λιθάγρα — μετρημός |
|||