|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γελοιογραφώ? — — αμμωνιακό — πραγματογνώμων — κυλιέμαι — επακουμβώ — τετρακέφαλος — αόριστα — ιονίζω — ξυλαποθήκη — τρίσβαθος — Ιούνης — συβαρίτισσα — ξεγράφω — ξεκαπάκωτος — δικάσιμο — πατάτας — αποκήρυξη — σκάτωμα — στρατοπεδευμένος — ευμετάβολο — μισθώνω — λιθοσφαιρικός |
|||