|
η знатный род #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово знатный род? — αρχοντογενιά как с (ново)греческого переводится слово αρχοντογενιά? — знатный род — φαρμακόγλωσσος — φωταγωγός — βροχοφόρος — ασάρωτα — παραποίηση — ανακλητικό — γιανελί — ζωομορφία — πόνεμα — ιεροδιδάσκαλος — μπαγιάτεμα — διολισθαίνω — εςαγκιστρώνω — διαφορετικός — αψίδωμα — τρικαντό — κοφφεΐνη — ζακχαίος — ντύμα — πισσοτήρας — αντρολόγι |
|||