|
το мор. баталерка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово баталерка? — ενθέμιον как с (ново)греческого переводится слово ενθέμιον? — баталерка — ανάβγαλμα — επιχειρηματικότητα — αντιφατικός — φιδιασμένος — μιασματικός — γυψοπλάστης — υποδηλώνω — κρεμαστός — ριπή — τρόπαιο — πιλάτεμα — αλλοθιγενής — εξόδευση — χιονονιφάδα — στόκος — αρχήθεν — οστεοαρθρίτιδα — προεμβάζω — γυμναστήριο — μπύρα — αντιπροσαγόρευση |
|||