Новогреческий словарь
μελανωπός
μελανωπός
черноватый; смуглый
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
черноватый
? —
μελανωπός
как на
(ново)греческом
будет слово
смуглый
? —
μελανωπός
как с
(ново)греческого
переводится слово
μελανωπός
? — черноватый, смуглый
#
(ново)греческий словарь
—
μυροπωλείο
—
αποτιμώ
—
βιογραφώ
—
αγελαδοκόμος
—
νεφέλωμα
—
πουλαδίτσα
—
μεγαλειοτάτη
—
λαλητά
—
ειρηνευτής
—
εντεροπληγία
—
ηλιοτροπισμός
—
γροθίζομαι
—
διαξύω
—
διαφημιστής
—
κάπελας
—
πρεμούρα
—
αρχοντοπούλα
—
σέσκλο
—
σγουμπός
—
καθάρισμα
—
μυρμηγκικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве