Новогреческий словарь
μονοκούκκι
μονοκούκκι
:???
ψηφίζω ~ — голосовать за кандидата или кандидатов одного блока;
ψηφίζομαι ~ или παίρνω όλους τους ψήφους ~ — избираться единогласно
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
μονοκούκκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ευαλλοίωτος
—
κεντίζω
—
υαλόφρακτος
—
φραντζέζικος
—
επιθαλάσσιος
—
αναμόχλευμα
—
Αθηναίος
—
Κιργίσος
—
καταναγκάζω
—
λιγύφθωνος
—
άραγες
—
εγερτήριο
—
συνεορτάζω
—
μεταβαλλόμενος
—
παραστρατημένη
—
προάστιο
—
γίγνομαι
—
υποχιλιαπλάσιος
—
γωνιομετρία
—
αισθηματικώς
—
εκπεπτωκώς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве