|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σαυρίτσα? — — αγγελοκρίτης — ζωδιακός — λαχανί — βοητός — σφαχτό — ανεμοφόρητος — ιστιοπλοϊκός — παππούς — πάρολκος — ελαιομαργαρίνη — ελκυστίνδα — αναβαλλόμενος — υπερπυρεξία — χωριατόπουλα — ρεφραίν — διαχυτικός — τεχνοκρατικός — ρεμούλκα — άρχος — ολοφώτεινος — ελαφρόγιομος |
|||