|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ευφορικά? — — πρωτομάστορας — δουλευτής — πούντα — ερημία — δεκαπεντάωρος — αλαφρομυαλιά — βαμβάκι — σταχτώνω — φωτοξυλογραφία — αποδόσιμος — χόλος — βελόνα — υπερηφάνεια — προκαταβολικώς — λαδόπανο — αργεντίνικος — αισθητά — παραβολικός — καπνοθάλαμος — υσγινοβαφής — χαρτικός |
|||