|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανδροκρατία? — — αγγιστρεύω — πτώχεια — δέκτης — καρδιοκατακτητής — δημοκρατούμαι — ενδοθερμικός — σκότισμα — μαγγάλι — μπάλωμα — ενέδρα — καρφί — πολυμέριμνος — κυπαρίσσινος — αλοπεριδόλη — μισακάρης — βραδυκίνητος — ελάφιον — ξυστό — ζευγάρισμα — αντιπρότασις — πελεκισμός |
|||