|
дальнозоркий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дальнозоркий? — μακρόθωρος как с (ново)греческого переводится слово μακρόθωρος? — дальнозоркий — αρπιστής — συμφερόντως — λιπαντικός — ποικίλτρια — πρωταρχινώ — συναισθηματικότητα — επταετία — στάτωρ — φαλλιμέντο — μεσίτευση — ταυρομάχος — δάφνινος — ψιλολόγιά — πελούζα — εκσπλάγχνιση — παράβλεψη — αναγεννητής — επίκαιρα — τρουλίσκος — έξωση — αετονύχης |
|||