|
ο пятидесятилетний человек #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пятидесятилетний человек? — πεντηκοντούτης как с (ново)греческого переводится слово πεντηκοντούτης? — пятидесятилетний человек — ακυρολεκτώ — μυλόλιθος — αποκάμνω — ξυλόφωνο — κλιματιστικό — εςαγκιστρώνω — ενέχομαι — απύρι — εξαμερής — τρικέφαλος — κατειργασμένος — λάτεξ — ενδρομίς — επίπλαστος — φράκ — ασυσσώρευτος — κάπνιστρο — μπλαμπλά — αμφίστροφος — τηρητής — σορόκος |
|||