|
стереостатический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стереостатический? — στερεοστατικός как с (ново)греческого переводится слово στερεοστατικός? — стереостатический — φανατικός — μοίρασμα — βουλκανιζατέρ — επιβολεύς — απεικονίζω — χέστρα — γιγαντεύω — λαμπάς — λιβανωτός — ουρανοδρόμος — ελευθέρωμα — εικονογραφώ — πριόνι — παραβατικός — επαργορώνω — ζορμπαλίδικος — μαζωχτά — αστοχία — δικράνα — άθρεφτος — τσουλάρα |
|||