|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γουστόζος? — — μιλιγκράμ — τεμπελχανάς — σχηματοποίηση — σούτος — σμαραγδής — αγούλιαστος — ακαπίστρωτος — τσακμακόπετρα — ανόρκιστος — καταπιεστικός — κρεμιέμαι — κοσμοξάκουστος — διάμειψη — σιφούνι — απηρχαιωμένος — αξύπνηγος — αγοροφέρνω — περισσότερον — κασονιάζω — εξαρκώ — φιλύποπτος |
|||