|
το окорок, ветчина #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово окорок? — χοιρομήριον как на (ново)греческом будет слово ветчина? — χοιρομήριον как с (ново)греческого переводится слово χοιρομήριον? — окорок, ветчина — αδιάπλευστος — κανναβάτσα — κατευθυντήριος — κέρασος — πονηρό — μισογεμάτος — μυοκαρδιοπάθεια — απέμφραξη — χυτάσφαλτος — γωνιογνώμων — βλεφαριδοφόρος — αμετάπειστος — κράμα — άξαφνο — παλλαϊκός — βραβεύομαι — αδικοκρατία — σκέρτσο — ενθάρρυνση — αρμοση — στάχτωμα |
|||