|
το асфальт #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово асфальт? — άσφαλτο как с (ново)греческого переводится слово άσφαλτο? — асфальт — θαλασσόλυκος — αρφάδι — διορθωτικός — γαλαροκοπή — αγριομούτσουνος — αλόξευτος — πτοώ — παράκειμαι — δικαιούμαι — κουκκιά — νιχιλισμός — απαραφύλακτος — λαοφιλής — οπισθόγραφος — σπαρτιατικός — φουσάτο — εξηντάρισσα — κολλώδιο — μονομερίς — αέριο — μυοκτόνος |
|||