|
заниматься онанизмом #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово заниматься онанизмом? — αυνανίζομαι как с (ново)греческого переводится слово αυνανίζομαι? — заниматься онанизмом — συμβίβαση — φίλιππος — εξαπλασίασμός — αφηνιασμός — ημιονικός — πατριώτισσα — τάνάποδα — λανάρι — γεροντάκος — αλκοολομετρικός — μήκυνση — ακονίαστος — απογεμάτος — σελλάς — ανουθέτητος — αντιμεταρρυθμιστικός — χαλυβοποιώ — διανάπαυσις — τυπογραφία — αντισοβιετικός — μελωδία |
|||