|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово στενή? — — βαλσάμωμο — τσιγγάνος — γραμμώνω — αντιγράφομαι — διάγλυμμα — αφιέρωμα — αναβάπτιση — επίτακτος — εντολή — ασημοκερατάς — αγαλμάτινος — περίγλυφος — κρασάκι — εμπεδώνω — ξαγρύπνημα — σφυρόν — παγωμένος — αρνησικυρία — μολονότι — νευρογλοία — αποξηραίνομαι |
|||