|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово Ανταρκτική? — — ελαφροπιάνω — πολιτογράφηση — ωμοβόρος — πρωτόβολτος — αφογκράζομαι — αφέγγαρος — αμμοκονία — τούνελ — θερμιδομετρικός — σώνομαι — ηλιόφωτος — σορός — κήρυξη — τροχοπέδη — ανάκειμαι — γηραντικός — γυμνασιοκόριτσο — καλόψυχος — αλείφτω — ερωτολογία — θεμελιώνομαι |
|||